28 Ιουλίου 2014

Χρίστος Παπαγεωργίου

 
"Η ποίηση μου έμαθε να αντιστέκομαι αλλά και να ερωτεύομαι μοναδικά,
να λατρεύω το ραδιόφωνο και να μισώ την τηλεόραση."
 
Με αφορμή τη νέα του ποιητική συλλογή ,με τίτλο"Κρύβε Λόγια",που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Κίχλη,ο ποιητής και κριτικός της λογοτεχνίας Χρίστος Παπαγεωργίου μιλά στις Διαδρομές για τη σχέση του με το Βόλο,την ανάγκη που τον οδήγησε να εκφράζεται μέσω της ποιητικής τέχνης,ενώ απαντά σε όσους μιλούν απαξιωτικά γι αυτή.

Ο Χρίστος Παπαγεωργίου γεννήθηκε το 1954 στο Βόλο. Ποιητής, κριτικός της λογοτεχνίας και συνεκδότης του βραχύβιου περιοδικού "Σχήμα λόγου", συνεργάζεται με τα εγκυρότερα λογοτεχνικά περιοδικά και εφημερίδες. Ποιήματά του έχουν συμπεριληφθεί σε αρκετές ανθολογίες. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα.
Το "Κρύβε Λόγια" είναι η ένατη ποιητική του συλλογή.

 
-Σας καλωσορίζω στις Διαδρομές,κύριε Παπαγεωργίου.Βαθειά η σχέση σας με τον Βόλο.Γεννηθήκατε,ζήσατε για αρκετά χρόνια και δραστηριοποιηθήκατε επαγγελματικά εδώ.

Πράγματι είναι έτσι όπως τα λέτε. Γεννήθηκα στο Βόλο, μεγάλωσα εδώ, τον αποχωρίστηκα στα εφηβικά μου χρόνια, επέστρεψα ως επαγγελματίας στις αρχές της δεκαετίας του ’80, μέχρι που τον εγκατέλειψα οριστικά και πλέον τον συναντώ αραιά και που. Ο Βόλος για μένα είναι η πόλη μου. Διαβάζω τις εφημερίδες –στις οποίες παλιότερα υπήρξα συνεργάτης- ακούω, μαθαίνω, συζητώ για γεγονότα που τον αφορούν, επηρεάζομαι θετικά ή αρνητικά από επεισόδια που λαμβάνουν χώρα εκεί, γενικώς και μόνον η λέξη Βόλος είναι ικανή να μου προξενήσει ιδιαίτερα συναισθήματα. Αγαπώ το Βόλο και τους κατοίκους του, αγαπώ το λιμάνι και τους τετραγωνισμένους δρόμους, το Πήλιο με τις μαγευτικές παραλίες του, αγαπώ ολόκληρη την πολιτιστική κληρονομιά αλλά και την πολιτική και κοινωνική παρακαταθήκη, που ως τόπος αγωνιστικός και ιδανικός μας παρέδωσε.

-"Κρύβε λόγια",ο τίτλος της πρόσφατης,ένατης ,ποιητικής σας συλλογής.
Με υποενότητες:"Μπαράζ συλλήψεων","Σκελετοί στην ντουλάπα"και "Λάσπη στον ανεμιστήρα",διαφορετικού ύφους και δομής η καθεμιά.

Είναι αλήθεια πως στη συγκεκριμένη ποιητική συλλογή, διαφοροποιώ τεχνικά τα ποιήματά μου, σε σημείο μάλιστα που κάποιοι αναγνώστες να μου πουν πως μοιάζουν να τα έχουν γράψει τρεις διαφορετικοί δημιουργοί. Για τον τίτλο δεν έχω να πω πολλά, μου άρεσε ως ρήση του λαού και τον εγκολπώθηκα. Στην πρώτη ενότητα κυριαρχούν τα πιο «δύσκολα» ποιήματά μου. Πλην του ποιήματος «Το μέτωπο» γραμμένο για το μεγάλο σκιαθίτη συγγραφέα Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, τα υπόλοιπα –και παρά το γεγονός ότι τα εμπνεύστηκα από απλές και καθημερινές στιγμές- η έντονη προσωπική και βιωματική κρύπτη, που εμφανίζεται συγκεχυμένη, μπορεί να δυσκολέψει κάποιους για μια πλήρη αφομοίωση. Στη δεύτερη ενότητα, προσπαθώντας να μην γεμίζω τους αναγνώστες με άπειρες καταθλιπτικές δόσεις, μέσω των γραπτών μου, αλλά το αντίθετο να δουν την ποίηση και ως παιχνίδι, παίζω με τους στίχους, ανατρέπω γραμματικούς και συντακτικούς κανόνες με στόχο το αδιόρατο χαμόγελο που θα χαραχθεί στα χείλη τους. Τέλος στην Τρίτη ενότητα, τα ποιήματα είναι αφηγηματικά, έχουν πλοκή και μύθο, είναι πλήρως προσλήψιμα και σας διαβεβαιώ πως αρέσουν περισσότερο απ’ όλα.

-Τα ποιήματά σας έχουν έντονο κοινωνικό,συγκαλυμμένα πολιτικό αλλά και ερωτικό περιεχόμενο.Ποια ανάγκη σας,ωστόσο,σας οδήγησε να ασχοληθείτε με την ποίηση;

Εδώ έχουμε δύο ερωτήσεις: Καταρχάς ναι, ως πολιτικοποιημένο άτομο που θεωρώ τον εαυτό μου, δεν θα μπορούσε να λείπει απ’ τα ποιήματά μου αυτή η ιδιότητα. Ειλικρινά μου αρέσει ιδιαίτερα να βλέπω ανθρώπους να διαδηλώνουν, να μάχονται για τα αιτήματά τους, να κατεβαίνουν στο δρόμο ακόμη και με άσχημες καιρικές συνθήκες, να παλεύουν για τα συμφέροντα των πιο αδύναμων και φτωχών, η ζωή τους να είναι γεμάτη, πλήρης δηλαδή απ’ την κατάκτηση ενός στόχου πέρα από τα πεπατημένα, πέρα από μικροαστισμούς. Και βέβαια μου αρέσει ιδιαιτέρως να βλέπω ανθρώπους να ερωτεύονται. Κάτι που συμβαίνει με όλους και σε όλους. Τώρα –και έρχομαι στην ερώτηση για το τι με οδήγησε να ασχοληθώ με την ποίηση- η απάντηση είναι πως από παιδί μου άρεσε να σκέπτομαι με εικόνες, να εκφράζομαι σιβυλλικά, να ζω σε φανταστικό περιβάλλον –ακόμα και τα παιδικά μου παιχνίδια ήταν δεκαετίες μπροστά- ακόμη και να ερωτεύομαι θα έλεγα με τρόπο υπαινικτικό και αυθόρμητο και όχι κάτω από προσχεδιασμένη συνειδησιακή μέθοδο. Με δυο λόγια, η ποίηση μου έμαθε να αντιστέκομαι αλλά και να ερωτεύομαι μοναδικά, να λατρεύω το ραδιόφωνο και να μισώ την τηλεόραση.

-Ποιητές,ποιήματα,κριτικοί βιβλίων,όψιμα ανερχόμενοι μέσω του διαδικτύου.Μετά από πορεία σαράντα σχεδόν χρόνων ως ποιητής και κριτικός βιβλίων,πόσο καλό ή κακό θεωρείτε ότι έκανε η κοινωνική δικτύωση και το διαδίκτυο γενικότερα;
Εδώ τα πράγματα είναι πιο σύνθετα. Προσωπικά δεν είμαι λάτρης του διαδικτύου γι’ αυτό και δεν μπορώ –πλην ορισμένων τραγικών και αποκαλυπτικών περιπτώσεων εθισμού- να βρω άλλα στοιχεία που το συγκεκριμένο μέσο να έκανε κακό. Βέβαια χάθηκε η γλώσσα, χάθηκαν οι ταχυδρόμοι, λιγόστεψε η έκθεση ιδεών, χάθηκαν ώρες, μέρες, μήνες, χρόνια ασχολούμενοι με ελαφρά –για να μην πω άλλη λέξη- θέματα, αυξήθηκε το έγκλημα κάθε είδους, συμφωνώ. Αν όμως χρησιμοποιεί κανείς το διαδίκτυο όπου υπάρχει πραγματική ανάγκη όλα τα αρνητικά παύουν να υφίστανται.
Και πάλι προσωπικά λοιπόν όσον αφορά τα ποιήματά μου διαβάστηκαν από ανθρώπους με τους οποίους δεν είχα την παραμικρή επαφή. Όσον αφορά δε τις κριτικές μου μέσα σε πολύ λίγο χρονικό διάστημα δημοσιεύονται, έχοντας μάλιστα και θετικές σκέψεις απ’ τους ανθρώπους που τις προσεγγίζουν. Παρότι λοιπόν άνθρωπος του εντύπου, του τυπωμένου χαρτιού, η γνώμη μου είναι πως αν κανείς δεν αφεθεί στην επίπλαστη μαγεία του διαδικτύου τότε το ίδιο το μέσο μπορεί να του φανεί χρήσιμο.

-Λένε πως ένας καλοδουλεμένος στίχος μπορεί ισοδυναμεί με 1000 λέξεις πρόζας,κάτι που αισθάνθηκα ιδιαίτερα όταν διάβαζα τα ποιήματά σας.Πόσο δύσκολο και πόση δουλειά χρειάζεται για να μπορεί κάποιος να συμπυκνώνει με επιτυχία το λόγο;

Επειδή έχω γράψει πληθώρα κριτικών νεότερης και νεότατης ελληνικής πεζογραφίας που πλησιάζουν, αν δεν ξεπερνούν, τις χίλιες, θα σας έλεγα πως λογοτέχνες που χρησιμοποιούν τον πεζό λόγο ως μέσον έκφρασης ασφαλώς και δουλεύουν ως μυρμήγκια, ως οικοδόμοι παλαιότερων εποχών. Έτσι δεν μπορώ να συγκρίνω τις δύο Τέχνες. Είναι κατά τη γνώμη μου εντελώς διαφορετικές μεταξύ τους. Τώρα το να μπορέσει κάποιος ποιητικά να συμπυκνώσει δεκάδες νοήματα σε λίγους στίχους αυτό συμβαίνει όταν υπάρχει ταλέντο, όταν έχει δουλέψει ώρες ατελείωτες και όταν υπενθυμίζει συνεχώς στον εαυτό του πως :το Μικρό είναι και όμορφο, πως το Λίγο είναι πολύ.


-Κάποιοι μιλούν απαξιωτικά για την ποίηση και πιστεύουν πως αφορά απροσγείωτους,ρομαντικούς ή γυναίκες.Τι θα λέγατε σ' αυτούς;

Πρώτον ότι οι συγκεκριμένοι άνθρωποι δεν έχουν διαβάσει στη ζωή τους όχι ολόκληρη ποιητική συλλογή αλλά ούτε έναν στίχο. Δεύτερον ότι έχουν άποψη για ένα θέμα που αγνοούν ολοκληρωτικά, άρα δεν μπορούμε να τους πάρουμε στα σοβαρά. Και τρίτον ακόμη κι έτσι να είναι θα άξιζε τον κόπο αντί για χρησμούς να σκύψουν το κεφάλι στην ποίηση προκειμένου να δημιουργήσουν μια αντίληψη του κόσμου διαφορετική, υπερβατική και αντισυστημική. Άρα εκείνο που έχω να τους προτείνω –αν φυσικά τους αρέσει το διάβασμα- είναι να ψάξουν, σε στίχους και ποιήματα, τις απαντήσεις που χρειάζονται προκειμένου να δουν το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον με άλλα μάτια, μέσα από το βάθος της παρούσας Τέχνης, που απλώς λέει ό,τι γνωρίζουμε με άλλο τρόπο.


 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου