26 Απριλίου 2015

                                           Δημήτρης Στεφανάκης


                     "Μέσα από τη δική του,μικρή ιστορία,κάθε άνθρωπος
           μαθαίνει να αντιστέκεται, να ονειρεύεται, να ερωτεύεται, να ελπίζει."


Ο βραβευμένος συγγραφέαςΔημήτρης Στεφανάκης μιλά σε πρώτο πρόσωπο για το βιβλίο του:
"Ο χορός των ψευδαισθήσεων",που βρίσκεται από τις 2 Απριλίου στα βιβλιοπωλεία( εκδόσεις Ψυχογιός).
Μετά τις "Μέρες Αλεξάνδρειας",συμπλήρωσε με το "Φιλμ Νουάρ" και την "Άρια,ο κόσμος από την Αρχή" μια τριλογία για τον κοσμοπολιτισμό,ταξιδεύοντάς μας αναγνωστικά σε άλλες εποχές,ενώ με το Συλλαβίζοντας το καλοκαίρι, παρέα με τον Αλμπέρ Καμύ,τελειώνει,όπως ο ίδιος λέει, τον κύκλο που τον εντάσσει στους κλασικούς συγγραφείς της γενιάς του.

"Σήμερα αφήνω πίσω μου τον διεθνικό αυτό σύμπαν, για να επιστρέψω στο μοντέρνο κόσμο και να αναμετρηθώ μαζί του ως συγγραφέας της νέας χιλιετίας,είχε πει στην τελευταία του συνέντευξη στη Θ. Η πικρή γεύση που άφησαν τα τελευταία χρόνια με την κατάρρευση του μεταπολιτευτικού ονείρου αλλά και η ανεπίστρεπτη νιότη μιας ολόκληρης χώρας που θα νοσταλγούμε εφεξής, αποτελούν τον αφηγηματικό μίτο στο νέο μου μυθιστόρημα. Η σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα δεν έχει να επιδείξει μεγαλειώδεις κόσμους, διαθέτει ωστόσο τη δική της μυθιστορηματική δυναμική. Η γοητεία της σύγχρονης λογοτεχνίας συνίσταται στο γεγονός ότι μπορεί να δώσει σε μια παρέα απλών ανθρώπων επικό ανάστημα ισάξιο ενός Αγαμέμνονα ή ενός Άμλετ. Στο νέο μου μυθιστόρημα δεν αναζητώ μόνο καινούργιους μύθους αλλά και νέα εκφραστικά μέσα και μέσα από όλα αυτά την εξέλιξή μου ως μυθιστοριογράφου.


Με αφορμή την κυκλοφορία του "Χορού των Ψευδαισθήσεων",ο Δημήτρης Στεφανάκης,εξηγεί:

"Κατά κάποιον τρόπο κουράστηκα να δημιουργώ μεγαλεπήβολους κόσμους, πίσω από τους οποίους κρύβονται ένα σωρό σχόλια για το σήμερα, αποφάσισα δηλαδή να αναμετρηθώ μετωπικά με την εποχή μου και να (απο)δείξω ότι κυρίως είμαι ένας συγγραφέας του σήμερα, αυτό ήταν το βασικό μου κίνητρο.

Αυτό το βιβλίο θα έχει και συνέχεια, όσον αφορά το πλαίσιο που θα κινηθώ και στα επόμενα ,προσπαθώ δηλαδή να αρχικά να οικοδομήσω έναν μύθο για την ίδια την Αθήνα ως Μητρόπολη, αλλά πέρα από αυτό να δω το σήμερα, την Ελλάδα του σήμερα, τους Έλληνες, τους ανθρώπους που ζουν δίπλα μου, να μπορέσω να δώσω στον αναγνώστη να καταλάβει πώς αυτοί οι άνθρωποι εξελίχτηκαν αυτές τις δύο δεκαετίες, μέσα από αυτές τις καταιγιστικές αλλαγές. Η εποχή του ’90 είχε κάτι από τη ρομαντική εκδοχή της ζωής, δεν υπήρχαν κινητά, δεν υπήρχε υπολογιστής σ’ αυτόν τον βαθμό, δεν υπήρχε Facebook, Skype, η ζωή μας ήταν λιγότερο ,ψηφιακή, λιγότερο διαδικτυακή, ήταν πιο πραγματική.

Όσον αφορά την εξέλιξη της μυθοπλασίας,
πλέον αντιμετωπίζω την σύγχρονη Ελλάδα ως εμπειρία των δύο τριών προηγούμενων δεκαετιών. Πέρα από τις καταιγιστικές αλλαγές που είχαμε στην καθημερινότητά μας, βιώσαμε λίγο-πολύ τον πολιτισμό της πρώτης δεκαετίας του 2000 ο oποίος έφερε την απρόσμενη πτώση της δεύτερης δεκαετίας. Μέσα σ αυτό το κλίμα αμηχανίας, στο οποίο λίγο πολύ είμαστε όλοι εγκλωβισμένοι, εγκλωβίζονται και οι δικοί μου ήρωες. Πρόκειται δηλαδή για παιδιά, για ανθρώπους που στη δεκαετία του ’90 ήταν φοιτητές, οραματίζονταν ένα λαμπρό μέλλον, χόρευαν λάτιν χορούς, το γλεντούσαν, κατά κάποιον τρόπο.

Η βασική ηρωίδα, η Έλια, είναι δασκάλα χορού, η οποία μετά τις σπουδές της έχει κάνει καριέρα στο εξωτερικό ,επιστρέφει στα δύσκολα χρόνια, τώρα, και προσπαθεί με τον αφηγητή ,το Μάνο Πιερίδη, να αναπληρώσει τα χαμένα βήματα του έρωτα, να εκπληρώσουν αυτό το ανεκπλήρωτο όνειρο της πρώτης μετεφηβικής ηλικίας. Κι αυτό το κάνουν μέσα από τα βήματα του Αργεντίνικου τάνγκο.

Το μυθιστόρημα κινείται στο σήμερα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, με την κρίση, με την αμηχανία ενός ολόκληρου λαού, με τις δυσκολίες του, με κάποιες τραγικές επιπτώσεις, όπως είναι η αυτοχειρία του Αλεκίνου, του αινιγματικού ήρωα, αλλά ταυτόχρονα και πάνω σ΄ ένα πλαίσιο χορού.

Ο χορός έχει μια πολύ μεγάλη σημασία σ΄ αυτό το βιβλίο, είναι μια δεύτερη γλώσσα ουσιαστικά, με την οποία πολλοί από τους ήρωες εκφράζουν τα μύχια συναισθήματά τους, μεταξύ των οποίων και τον έρωτα.

Πιστεύω ότι ο άνθρωπος, πέρα από τα μείζονα γεγονότα της ιστορίας ,αν υποθέσουμε ότι η Κρίση είναι ένα μείζον γεγονός της Ιστορίας, έχει τη δική του μικρή ιστορία. Μέσα από αυτή τη μικρή ιστορία μαθαίνει να αντιστέκεται, να ονειρεύεται, να ερωτεύεται, να ελπίζει.

Μότο σ΄ αυτό το βιβλίο είναι το: «για ποιον αγαπάμε, αν όχι για εμάς τους ίδιους». Στην πραγματικότητα,
«για ποιον αντιστεκόμαστε, αν όχι για εμάς τους ίδιους», «για ποιον ζούμε, αν όχι για εμάς τους ίδιους», «για ποιον γράφουμε, αν όχι για εμάς τους ίδιους»……..

Ουσιαστικά, όλο αυτό οικοδομεί έναν κώδωνα κρούσης στον εσωτερικό μας κόσμο, κι αυτό είναι η λογοτεχνία.

Η λογοτεχνία χρησιμοποιεί ένα φόντο πάντα. Αλλά πέρα από αυτόν το φόντο πρέπει να χτίσει, να οικοδομήσει και τον εσωτερικό κόσμο των ηρώων. Κι αυτό πρέπει να είναι καθαρό, ώστε να μπορεί να έχει πρόσβαση και ο αναγνώστης. Μέσα από αυτούς τους μικρόκοσμους των ηρώων βρίσκει στοιχεία για να εμπνευστεί και να ταυτιστεί και ο αναγνώστης και να προεκτείνει έτσι την ανάγνωση ενός βιβλίου. Ένας συγγραφέας είναι ένα πεπερασμένο ον, δεν μπορεί να τα σκεφτεί όλα.

Ο κάθε αναγνώστης σκύβει και βρίσκει και τα προσωπικά του αισθήματα μέσα σε ένα βιβλίο κι αυτό είναι και το δημιουργικό στοιχείο της ανάγνωσης .

Η ανάγνωση δεν είναι απλά μια παθητική διαδικασία, στην πραγματικότητα ο αναγνώστης αναδημιουργεί ένα βιβλίο.






Δημήτρης Στεφανάκης
," Ο Χορός των ψευδαισθήσεων"
εκδ.Ψυχογιός.


Απόσπασμα από το βιβλίο:

Ζούμε στη χώρα των παραμυθιών.

Ζούμε στη χώρα των παραμυθιών. Το σκεφτόμουν τη μέρα της παρουσίασης της βιογραφίας του Αλεκίνου σε γνωστό βιβλιοπωλείο του κέντρου έξι μήνες μετά το θάνατό του, κοιτάζοντας το γιγαντιαίο πανό που κοσμούσε την βιτρίνα,πλημμυρισμένη από τα αντίτυπα του βιβλίου. Παραμέρισα, για να διευκολύνω το τηλεοπτικό συνεργείο που κάλυπτε την εκδήλωση και άκουσα τον επικεφαλής να λέει: «Ζουμ στο Αλέξανδρος». Ύστερα,όλοι τους έσπευσαν στο κατάμεστο πατάρι όπου οι ομιλητές είχαν λάβει θέση στο πάνελ κι η οικογένεια της Αντωνίας είχε στρογγυλοκαθίσει στο πρώτο τραπέζι. Της ζήτησαν μια δήλωση κι εκείνη επανέλαβε αυτό που είχε πει πριν από μερικούς μήνες: «Όσοι νομίζουν ότι η υπόθεση του συζύγου μου θα μπει γρήγορα στο αρχείο δεν ξέρουν τι τους περιμένει».

8 Νοεμβρίου 2011. Ο Αλέξανδρος Σάντσας ή Αλεκίνος δίνει τέλος στη ζωή του διχάζοντας μια ολόκληρη χώρα που βρίσκεται ήδη σε κρίση. Ο Μάνος Πιερίδης, μέλος μιας παρέας στην οποία ανήκε ο αυτόχειρας, αναθυμάται στιγμές από την κοινή τους ζωή στη δεκαετία του ενενήντα. Η μνήμη του ψηλαφεί τα ανέμελα χρόνια της νιότης, τον ανεκπλήρωτο έρωτά του για την Έλια, τη νεαρή δασκάλα χορού, την πολυκύμαντη φιλία του με τον Σέργιο. Μέσα από μικρά και μεγάλα επεισόδια που οδηγούν στο σήμερα αναδεικνύεται το ψηφιδωτό χαρακτήρων ενός λαού που χόρεψε στον ρυθμό των ψευδαισθήσεων προτού βυθιστεί σε μια απρόσμενη περιπέτεια.

Ένα μυθιστόρημα για τη δοκιμασία της ζωής και του έρωτα με φόντο την πολύκροτη κρίση.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου