15 Μαΐου 2014

 
 
 
Κατερίνα Σχινά
 
 
 
 
 
"Ποτέ δεν είσαι ασφαλής όταν καταπιάνεσαι με τη γλώσσα,
είτε ως μεταφραστής είτε ως συγγραφέας"
 
 
 Μια συνομιλία με τη γνωστή μεταφράστρια και δημοσιογράφο στις ''Διαδρομές" για το βιβλίο της ,
"Καλή και ανάποδη",που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Κίχλη,
αλλά και για το χώρο της μετάφρασης,την αναβίωση του Τρίτου προγράμματος,
τις εκπομπές λόγου,τη σημερινή δημόσια
και ιδιωτική τηλεόραση,και το μύθο των ευπώλητων βιβλίων.
 
 
 Με ιδιαίτερη χαρά σας καλωσορίζω στις "Διαδρομές" και στην εφημερίδα Θεσσαλία ,κυρίαΣχινά.
"Καλή και ανάποδη", λοιπόν,ο τίτλος του βιβλίου σας, με υπότιτλο "ο πολιτισμός του πλεκτού."
Και ταυτόχρονα η αποκάλυψη-έκπληξη για τους περισσότερους από εμάς,ότι μπορεί μια διανοούμενη να είναι και χειροτέχνις παράλληλα!
 
Σας ευχαριστώ πολύ κυρία Μαλισσόβα για την πρόσκληση να μιλήσω σε μια ιστορική εφημερίδα που εκτιμώ ιδιαίτερα.
Δεν θα έλεγα ότι είμαι “διανοούμενη” - είναι πολύ φορτισμένη η λέξη. Αν μου ζητούσατε να ορίσω τον εαυτό μου, θα έλεγα ότι, πάνω απ' όλα, είμαι αναγνώστρια. Eίχα, βέβαια, την τύχη να κάνω επάγγελμα αυτό που από παιδί αγαπούσα – να διαβάζω και να γράφω. Όσο για το χειροτέχνις, αυτόν τον χαρακτηρισμό τον αναδέχομαι με χαρά: το χέρι συμπληρώνει το μυαλό, άλλοτε το αποφορτίζει και άλλοτε το κατευθύνει στην ουσία των πραγμάτων. Η δουλειά του χεριού ανοίγει τον δρόμο στο μυαλό για να σκεφτεί.
 
 Σας γνωρίζουμε κυρίως μέσα από το μεταφραστικό σας έργο ,αλλά και τη δημοσιογραφία, καταξιωμένη και στις δύο ιδιότητές σας. Πώς αποφασίσατε να γράψετε ένα βιβλίο;
 
Θέλησα να δικαιώσω μια αγαπημένη και παρεξηγημένη δραστηριότητα σε μια εποχή που το πλέξιμο υποχωρούσε μπροστά στην επέλαση του life style, να φανερώσω τις κρυφές συγγένειες που την συνδέουν με τη γραφή, τα εικαστικά, τη μουσική, ακόμη και με τα μαθηματικά. Την εποχή που άρχισα να επεξεργάζομαι την ιδέα, έβλεπα όσα έγραφα σαν ένα είδος επικήδειου σε κάτι που χανόταν. Αργότερα, με έκπληξη διαπίστωσα ότι το πλέξιμο επανερχόταν δυναμικά και μάλιστα με πολιτικό, ακτιβιστικό πρόσημο, ακόμα και με φεμινιστικές συνδηλώσεις, οι οποίες παλιότερα, την εποχή του μαχητικού φεμινισμού,ήταν αδιανόητες. Είχα, λοιπόν, το θέμα, είχα όρεξη για έρευνα, είχα και την εμμονή με τη γραφή. Το βιβλίο ήρθε σαν φυσικό επακόλουθο.
 
 Αν παραλληλίσουμε τη μεταφραστική με τη δουλειά του σκηνοθέτη και τη συγγραφική δουλειά με αυτή του πρωταγωνιστή,πόση ασφάλεια δίνει η πρώτη ιδιότητα -ή μήπως συμβαίνει το αντίθετο;
 
Ποτέ δεν είσαι ασφαλής όταν καταπιάνεσαι με τη γλώσσα, είτε ως μεταφραστής είτε ως συγγραφέας.
 
 Πόσο ψυχοθεραπευτική επίδραση έχουν οι βελόνες όταν ξιφομαχούν μεταξύ τους και πόσο η πλεκτική είναι γυναικεία υπόθεση;
Ποτέ δεν είδα το πλέξιμο ως μέσο ψυχοθεραπείας, αλλά σαν μια στιγμή δημιουργίας που ξεγλιστράει από τους μηχανισμούς της εργασίας για να ανακατακτήσει τον χώρο όπου οι επιθυμίες είναι ταυτόσημες με τη ζωή. Το είδα σαν μέσο προσωπικής έκφρασης και ταυτόχρονα σαν μια δραστηριότητα εναλλακτική, που αντιστρατεύεται την δικτατορία της μόδας. Όταν άρχισα να πλέκω, το πρώτο φοιτητικό μου καλοκαίρι, ενθουσιαζόμουν όταν συνδύαζα κατά βούληση χρώματα και υφές νημάτων, όταν δοκίμαζα τις δεξιότητές μου στα πιο εξωφρενικά σχέδια. Φορούσα αυτό που ήθελα, σε ένα και μοναδικό αντίτυπο, ήμουν ολόκληρη, μέσα-έξω, εγώ. Όσο για το αν η πλεκτική είναι γυναικεία υπόθεση, σαφώς και όχι. Οι άνδρες ξεκίνησαν πρώτοι να πλέκουν και συνέχισαν να πλέκουν μέσα στους αιώνες – από τους γιαπωνέζους σαμουράι ώς τους Ιρλανδούς πλέκτες και από τους ψαράδες της Μεσογείου ώς τον ποιητή Νίκο Καββαδία στη βάρδια του.
 
 Διαβάζοντας το βιβλίο διέκρινα ότι,ενώ οι ιστορίες που αφηγείστε είναι απόλυτα προσωπικές,ωστόσο είχα την αίσθηση ότι κρατάτε τον αναγνώστη σε απόσταση από τα πολύ βαθύτερα συναισθήματά σας,με εξαίρεση,ίσως,την αναφορά στη μητέρα σας.
Κρατάτε αποστάσεις και διατηρείτε όρια για δική σας ασφάλεια ή για να μην "εκβιάσετε" τα συναισθήματα των αναγνωστών;
Πόσο συμφωνείτε με τα αυτοβιογραφικά αναγνώσματα με έντονη συναισθηματική φόρτιση;
 
Το βιβλίο μου μόνο έμμεσα είναι αυτοβιογραφικό. Θέλω να πω ότι γράφοντας για κάτι που αγαπώ, έγραφα βέβαια για μένα, αλλά κυρίως για όσους ίσως αναγνώριζαν κάτι από τους ίδιους στις λέξεις μου. Γίνομαι πιο προσωπική στις ιστορίες που διανθίζουν το δοκίμιο, νομίζω μάλιστα ότι τα συναισθήματά μου απέναντι στους ανθρώπους που συνδέθηκαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο με τις πλεκτικές μου απόπειρες διαγράφονται ανάγλυφα· ωστόσο προτιμώ τον υπαινιγμό από την αμετροεπή συναισθηματολογία και φοβάμαι τον ναρκισσισμό της υπερέκθεσης· επιπλέον, νομίζω ότι όταν το ιδιωτικό βίωμα αποτυπώνεται ωμό και αμετουσίωτο, το κείμενο γίνεται εσωστρεφές, αυτοαναφορικό και παύει να απευθύνεται στους άλλους.
 
 Έχετε μεταφράσει πολλά βιβλία,με πιο πρόσφατα του Έντγκαρ Άλαν Πόε καθώς και τα "Γράμματα στη Νόρα" του Τζέημς Τζόυς .Πιστεύετε ότι είναι αναγκαίο να εκτίθενται στο κοινό τόσο προσωπικά στοιχεία ακόμα κι αν ανήκουν σε έναν συγγραφέα του βεληνεκούς του Τζέημς Τζόυς; Τι προσθέτει ή τι αφαιρεί στο μύθο του;
 
Δεν νομίζω ότι προσθέτει ή αφαιρεί τίποτα από τον “μύθο”, όπως λέτε, του Τζόυς. Απλώς μας βοηθάει να διεισδύσουμε βαθύτερα το έργο του, μια και, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, η σχέση του συγγραφέα με τη Νόρα σφράγισε την πεζογραφία και την ποίησή του. Η αντίληψη του Τζόυς για την θηλυκή εκδοχή του κόσμου οφείλει πολλά στην άγρυπνη παρακολούθηση των αντιδράσεων της Νόρας απέναντι στο σεξουαλικό πάθος, το συναισθηματικό δέσιμο, την καθημερινή φθορά της επιθυμίας. Οι επιστολές του είναι ένα συγκινητικό χρονικό του έρωτά τους, γεμάτο αγωνία για επικοινωνία και πόθο για σωματική και ψυχική ταύτιση. Θα συμβούλευα να μην θυσιάσουμε στον πουριτανισμό κομμάτια που σε πρώτη ανάγνωση φαντάζουν άσεμνα, αλλά δεν φανερώνουν παρά την απόλυτη, εκστατική ελευθερία, στην οποία μπορεί να φτάσει κανείς με όχημα το ερωτικό σώμα.
 
 Το βιβλίο σας διαβάζεται "απνευστί",κάτι που σας κατέθεσα αμέσως μόλις τελείωσα την ανάγνωσή του,αλλά και που με χαρά είδα να αναφέρεται και σε κριτικές που έχουν γραφτεί γι αυτό .Κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης,επίσης,υπογράμμιζα και σημείωνα πολλά σημεία που μου τράβηξαν την προσοχή ή που με άγγιξαν προσωπικά.
Πόσο σημαντικό είναι αυτό για έναν συγγραφέα;
Είναι το ωραιότερο αντίδωρο στο οποίο θα μπορούσε να προσδοκά ο συγγραφέας.
 
 Η αναβίωση του Τρίτου Προγράμματος,ανάσα πολιτισμού και ακουσμάτων για εμάς,και η δική σας συμμετοχή. Πείτε μας δυο λόγια για αυτό.
 
Το Τρίτο πρόγραμμα ξανάρχισε να εκπέμπει μετά από απαίτηση των πιστών ακροατών του, και παρά τα πολλά νομικοτεχνικά προβλήματα που προκάλεσε το αυταρχικό κλείσιμο της ΕΡΤ, προβλήματα που δεν έχουν ακόμη λυθεί, βρήκε γρήγορα τον ρυθμό του. Το ραδιόφωνο είναι μέσο πολύ οικείο και φιλικό, δεν εισβάλλει βίαια στον χώρο, όπως η εικόνα – ωστόσο μπορεί να γίνει άκρως ενοχλητικό, όταν όσα εκπέμπει αντιβαίνουν στον χαρακτήρα του, όταν γίνεται δηλαδή φλύαρο, ανόητο και ανούσιο. Το Τρίτο πρόγραμμα σέβεται τους ακροατές του, δεν τους υποτιμά, συνδιαλέγεται μαζί τους με αίσθηση ευθύνης, απαντάει στην περιρρέουσα ευτέλεια με τόλμη και επενδύει στην σοβαρή δουλειά των παραγωγών του. Η δική μου εκπομπή λέγεται Λαντέρνα Μάτζικα (ο πρώιμος προτζέκτορας της μετα-αναγεννησιακής εποχής) και φιλοδοξεί να λειτουργήσει σαν ένας άλλος μηχανισμός προβολής – προβολής εικόνων, λέξεων και σκέψεων που θα μπορούσαν, ίσως, να φωτίσουν τους θαμπούς καιρούς που ζούμε. Είναι μια εκπομπή για τη λογοτεχνία, τα εικαστικά, τον κινηματογράφο, και τον χορό, μια εκπομπή λόγου και μουσικής που μεταδίδεται ζωντανά κάθε μέρα, πέντε με επτά το απόγευμα.
 
 Οι εκπομπές σας στην ΕΡΤ έχουν αφήσει εποχή στους βιβλιόφιλους και σε όσους αγαπούν την Τέχνη σε όλες της τις μορφές. Ποια η εκτίμησή σας για την έλλειψη ανάλογων εκπομπών,σήμερα; Μπορεί το διαδίκτυο να καλύψει το ανάλογο κοινό;
 
Οι εκπομπές πολιτισμού θεωρούνται σήμερα βαριές, πληκτικές, χωρίς ακροαματικότητα από τους διάφορους ανευθυνοϋπεύθυνους που μόνο κριτήριο για τις επιλογές τους έχουν την εισροή διαφήμισης . Ο ρόλος της δημόσιας τηλεόρασης είναι να αντιστρατευτεί σ' αυτήν την ισοπεδωτική λογική και όχι να καταρτίζει πρόγραμμα στη βάση μιας κακώς νοούμενης “ανταγωνιστικότητας” προς τα ιδιωτικά κανάλια. Παρ' όλα αυτά, ως τώρα, και παρά τους κλυδωνισμούς, τις παλινδρομήσεις, την ενδοτικότητα προς ότι θεωρείται “εμπορικό”, η ΕΡΤ θεωρούσε υποχρέωσή της να φιλοξενεί πολιτιστικές εκπομπές. Θα δούμε αν θα συνεχίσει να ανταποκρίνεται στον ρόλο της όταν αποκατασταθεί η λειτουργία της – για την ώρα, περιμένουμε. Όσο για το διαδίκτυο, θεωρώ ότι είναι ιδιαίτερα χρήσιμο για τη διάδοση της πληροφορίας, όχι όμως για την ουσιαστική αξιολόγησή της. Δεν διαθέτει ακόμη τα φίλτρα που θα επέτρεπαν κάτι τέτοιο.
 
 Σημερινή δημόσια- και μη - τηλεόραση και πολιτιστικό επίπεδο του λαού μας,εν μέσω της Κρίσης. Πόσο συναφή είναι;
 
Ολοι συμφωνούμε ότι η κρίση σήμερα δεν είναι μόνο οικονομική. Είναι κρίση λειτουργίας των θεσμών, κρίση ηθική, κρίση αντιλήψεων, κρίση ταυτότητας, και βέβαια κρίση πολιτισμού. Ένας από τους βασικούς υπεύθυνους για την πολιτισμική έκπτωση – για να μην πω εξαχρείωση – την οποία βιώνουμε σήμερα είναι η τηλεόραση και δη η ιδιωτική. Χωρίς εξαιρέσεις, είναι κακή τηλεόραση, αφού περιορίζεται πια στο να κάνει θέαμα τον χειρότερο εαυτό της. Στα χρόνια της πλαστής ευμάρειας πρόβαλε τα πιο αρνητικά πρότυπα: ψευτογκλαμουριά, αγένεια, ωχαδερφισμό, φτηνό, άξεστο καλαμπούρι, εξοργιστική έμφαση στο “όλα επιτρέπονται”. Και, δυστυχώς, ενώ η κρίση απαιτεί περίσκεψη και αλλαγή πλεύσης, η ιδιωτική τηλεόραση συνεχίζει στο ίδιο ύφος.
 
 Αφού σας ευχαριστήσω ιδιαίτερα για την παρουσία σας στη στήλη,θα ήθελα τη γνώμη σας,ως κριτικός βιβλίων ,για τις στήλες των ευπώλητων βιβλίων και πόσο αυτές
"κατευθύνουν"το αναγνωστικό κοινό.
 
Πρέπει να πω ότι αμφισβητώ την αξιοπιστία τους. Και δυστυχώς, ναι, κατευθύνουν το αναγνωστικό κοινό. Το μεγαλύτερο κακό, ωστόσο, το κάνουν τα βιβλιοπωλεία-σούπερ μάρκετ που αντιμετωπίζουν το βιβλίο με τους όρους οποιουδήποτε άλλου προϊόντος. Αρκεί να φέρουμε στο νου μας τα τεράστια σταντ στην είσοδο των περισσότερων όπου φιλοξενούνται (και υπερπροβάλλονται) οι πιο “εμπορικοί”, “ελαφροί” συγγραφείς. Προτιμώ το μικρό βιβλιοπωλείο με τον βιβλιόφιλο βιβλιοπώλη, που δεν είναι απλώς ενημερωμένος δειγματιστής αλλά εξειδικευμένος οδηγός, ικανός να μιλήσει για το βιβλίο που προτείνει, να το συστήσει ουσιαστικά στους δυνάμει αναγνώστες του, να αναδείξει τις συνάφειές του με άλλα βιβλία, να το εντάξει, με δυο λόγια, στη μεγάλη περιπέτεια της γραφής και της ανάγνωσης. Το βιβλίο, αγαθό πολιτισμικό, αντικείμενο που συμπυκνώνει μια πνευματική διαδικασία, αποζητάει έναν τρόπο παρουσίασης και έναν χώρο έκθεσης και διάδοσης που δεν θα προδίδει τον χαρακτήρα του.
 

 
 
 
 
Το βιβλίο "Καλή και ανάποδη",ο πολιτισμός του πλεκτού,είναι ένα εξόχως καλογραμμένο δοκίμιο για την πλεκτική τέχνη,διανθισμένο με την πλεκτική αυτοβιογραφία της Κ.Σχινά,αλλά και άλλες ιστορίες,πάντα σε σχέση με την τέχνη του πλεκτού.
Παράλληλα, ανατρέχει στην ποίηση, την πεζογραφία, τις κοινωνικές επιστήμες, τις εικαστικές τέχνες ακόμα και τα μαθηματικά,τον ακτιβισμό,ενώ μας διασαφηνίζει ότι το πλέξιμο είναι και ανδρική υπόθεση.
Φωτογραφίες-ντοκουμέντα με πλέκοντες και πλεκτά διατρέχουν το βιβλίο,κάνοντας την ανάγνωσή του ακόμα πιο ενδιαφέρουσα.
Με εξαιρετική δομή και την ακόμα πιο εξαιρετική γραφή της Κατερίνας Σχινά ,διαβάζεται απνευστί,από πλέκοντες και μη!!!
 Χαριτίνη Μαλισσόβα





 
 
Η Κατερίνα Σχινά γεννήθηκε στην Αθήνα .Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας και μουσική. Ως κριτικός εμφανίστηκε με άρθρα της το 1983 στην εφημερίδα "Η Αυγή". Διετέλεσε μέλοςτης συντακτικής ομάδας του περιοδικού "Το Τέταρτο", μουσικοκριτικός και επιφυλλιδογράφος της εφημερίδας "Η Καθημερινή" (1987-1999) και από το 1995 ως το 1999 υπεύθυνη του κυριακάτικου ένθετου "Ιδέες-Πολιτισμός" της ίδιας εφημερίδας. Mέλος της συντακτικής ομάδας του ειδικού ενθέτου για το βιβλίο "Βιβλιοθήκη" της εφημερίδας "Ελευθεροτυπία" (1999-2009) και από το 2009 συνεργάτης της εφημερίδας "Η Καθημερινή" σε θέματα βιβλίου, καθώς και σύμβουλος έκδοσης και κριτικός στο μηνιαίο πολιτιστικό περιοδικό "The Books' Journal". Μουσικός παραγωγός της Κρατικής Ραδιοφωνίας και στο Κανάλι 15 του Ρούσσου Κούνδουρου (1987-1989) και συνεργάτης της τηλεοπτικής εκπομπής για το βιβλίο "Βιβλιόραμα" (ΕΡΤ) και ,αργότερα,"Βιβλία στο κουτί" (ΕΤ1). Δίδαξε πολιτιστικό ρεπορτάζ στο τμήμα ΜΜΕ του Παντείου Πανεπιστημίου και λογοτεχνική μετάφραση στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Μετάφρασης (ΕΚΕΜΕΛ).
Έχει μεταφράσει στα ελληνικά έργα των Edgar Alan Poe, Toni Morrison, Philip Roth, George Steiner, Roland Barthes, , Ian McEwan,Mark Twain, William Hazlitt, Jack London, Willa S. Cather, κ.ά. καθώς και ποιήματα των Byron, Shelley, Worsdworth, Wallace Anne Sexton, κ.ά. Έχει γράψει το βιβλίο "Όπερες του κόσμου" και το λεύκωμα "Η Ελλάδα του μόχθου" που εκδόθηκε από το Ριζάρειο Ίδρυμα. Το 1997 βραβεύτηκε από την Ελληνική Εταιρεία Μεταφραστών Λογοτεχνίας για τη μετάφραση του μυθιστορήματος της Toni Morrison "Γαλάζια μάτια" και το 2008 από το περιοδικό "Gourmet" της Ελευθεροτυπίας για τη μετάφραση των "Γαστριμαργικών αναλέκτων" του Ben Schott (2006).
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου