26 Απριλίου 2015

                                                                   'Αννα Γαλανού
 "Ο εθισμός στην ανάγνωση ενός βιβλίου, μοιραία οδηγεί σε περαιτέρω αναζητήσεις"
Με αφορμή το νέο της βιβλίο," Σμαράγδι στη βροχή",που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Διόπτρα,η Άννα Γαλανού μιλά για την έρευνα που έκανε για τη συγγραφή του βιβλίου της που αναφέρεται στις δεκαετίες του 40,του 50 και του 60.
Πόσο μοιάζει η εποχή και οι συνθήκες που εξιστορεί με το σήμερα;Πόσο σημαντική είναι η επικοινωνία του συγγραφέα με τους αναγνώστες του και πόσο το διαδίκτυο βοηθά σε αυτό;Είναι εύκολο να λειτουργήσει η ελεύθερη βούληση στις επιλογές μας;
"Σμαράγδι στη βροχή", ο τίτλος του βιβλίου σας, μια ιστορία που εκτυλίσσεται στις δεκαετίες "40 με "60....Πείτε μας δυο λόγια.
Είναι ένα βιβλίο που ξεκινά με τον βομβαρδισμό του Πειραιά, από τους συμμάχους – πρωτοφανές, στο τέλος του πολέμου, συγκεκριμένα στις 11 Ιανουαρίου του 1944. Ένα κοριτσάκι, η Σμαράγδα, χάνει τη μνήμη της σ’ αυτό το βομβαρδισμό και ξεκινά μια καινούρια ζωή χωρίς παρελθόν, με άλλο όνομα, σε άλλη οικογένεια και με μια ζωή που άλλοι επέλεξαν να ζήσει.
Ο αναγνώστης ακολουθεί την πορεία της ηρωίδας, ενώ ταυτόχρονα, σε πρώτο πλάνο ηθογραφείται κάθε χρονική περίοδος και κάθε εποχή.
Για να ολοκληρωθεί το βιβλίο και για να μην υπάρξουν ασάφειες, η έρευνα που έκανα για τις τρεις δεκαετίες που αναλύονται, διήρκεσε τρείς μήνες, όπου με ενδελεχή αναζήτηση στοιχείων στην βιβλιοθήκη Αθηνών και σε πονήματα συγγραφέων μπόρεσα να ολοκληρώσω και να περιγράψω τις δεκαετίες του ’40, ‘50 και ’60.
Περιγράφετε έντονα και εύγλωττα τις συνθήκες της Τρούμπας του 50. Οι συνθήκες της Κρίσης στην Ελλάδα του σήμερα πόσο ανάλογες είναι με τότε;
Πιστεύω ότι δεν μπορεί να υπάρξει σύγκριση του τότε με το τώρα, ακόμα κι αν οι συνθήκες φαίνονται να μοιάζουν. Η συγκεκριμένη περίοδος, πριν το ’40 είχε το χαρακτηριστικό της μετεγκατάστασης των προσφύγων στην ευρύτερη περιοχή του Πειραιά, η φτώχεια, ο αναλφαβητισμός, οι συνθήκες διαβίωσης, για παράδειγμα, σε πολλές περιπτώσεις υπήρχε μόνο ένα πηγάδι σε κάθε γειτονιά, ήταν τελείως διαφορετικές από εκείνες που βιώνουμε σήμερα. Η Τρούμπα δημιουργήθηκε ακριβώς στο κέντρο της πόλης του Πειραιά, με την ανοχή όλων, όταν έκλεισαν τα Βούρλα. Υπήρχε όμως το υπόστρωμα για να γίνει. Σήμερα δεν υπάρχει. Σήμερα η κρίση εξορίζει τα καλύτερα μυαλά της χώρας μας και τα ωθεί σε μια ακούσια μετανάστευση ή δημιουργεί την κάστα του επιστήμονα άνεργου ή στην καλύτερη περίπτωση του υποαπασχολούμενου.
Θεωρώ πως η σημερινή κατάσταση είναι πλέον απεχθέστατη από την κατάσταση του τότε.
Η ηρωίδα σας, η Νάντια, για μία δεκαετία υπομένει τα πάνδεινα στα χέρια του προαγωγού-εραστή της. Το φαινόμενο της εκμετάλλευσης και κυρίως της κακοποίησης των γυναικών συμβαίνει και στις "καλύτερες" των οικογενειών. Πείτε μας την άποψή σας.
Δυστυχώς είναι ένα φαινόμενο που σύμφωνα με μελέτες και στατιστικές ακουμπά τις ‘’καλύτερες’’ των οικογενειών, όπως λέτε κι εσείς. Ιδιαίτερα το φαινόμενο της κακοποίησης. Από καταβολής κόσμου, υφίσταται κάτι τέτοιο, αν λάβουμε υπ’ όψη μας ό,τι έχουμε διαβάσει.
Πολύ δύσκολα λύνεται αυτό το θέμα. Θεωρώ ότι ο μόνος τρόπος να εξομαλυνθούν κάπως τα πράγματα είναι η γνώση και η παιδεία. Αυτή είναι μια μέθοδος πρόληψης. Από την άλλη οι γυναίκες που κακοποιούνται με τον οποιοδήποτε τρόπο πρέπει να εξασκηθούν και να μάθουν να μην ντρέπονται να κοινοποιήσουν την κακοποίηση που υφίστανται. Εκείνο που πάνω απ’ όλα τρέμουν οι διάφοροι διεκδικητές του τίτλου ‘’κακοποιώ ένα πιο αδύναμο πλάσμα από μένα, άρα υπάρχω’’ είναι η έκθεση. Ας τους εκθέσουμε λοιπόν σε όλο τον περίγυρο, στους φίλους και στην αμέτοχη κοινωνία που πρέπει να την κάνουμε συμμέτοχη. Γιατί κάποια στιγμή τούτο το πρόβλημα μπορεί να κτυπήσει και τη δική μας πόρτα είτε μέσω ημών, είτε σε ένα κοντινό και αγαπημένο μας πρόσωπο
Η ελεύθερη βούληση και ο αγώνας για να βελτιώσουμε τις συνθήκες της ζωής μας, πόσο αποφασιστικοί παράγοντες είναι για την αποδέσμευσή μας από τη "μοίρα" και το περιβάλλον στο οποίο γεννηθήκαμε;
Ελεύθερη βούληση… μεγάλη κουβέντα. Ελεύθερος είναι μόνο ο αετός! Καταπιεζόμαστε και δεχόμαστε μεγάλες πιέσεις από συνεχείς ‘’ενημερώσεις’’ επί όλων των θεμάτων. Το μυαλό μας γεμίζει από τις απόψεις όλων, ποια όμως είναι η δική μας εν τέλει; Υπάρχει; Αυτό είναι ένα ερώτημα που κάνω πολύ συχνά στον εαυτό μου, που ναι μεν ενημερώνομαι αποκλειστικά ηλεκτρονικά, όμως και πάλι πέφτω στην παγίδα πολλές φορές να αναρωτιέμαι αν οι πράξεις μου είναι συνάρτηση αποκλειστικά ελεύθερης βούλησης, η ‘’λιγάκι’’ πειραγμένης από εξωγενείς παράγοντες.
Δεν μπορώ να απαντήσω με το χέρι στην καρδιά στην ερώτηση σας κυρία Μαλισσόβα.
Γίνεται πολύς λόγος τελευταία, για τη διάκριση της γυναικείας από τη ροζ λογοτεχνία. Ποια είναι η δική σας άποψη;
Εγώ δεν διαβάζω τα πάντα. Σαν αναγνώστρια κάνω τις προσωπικές μου επιλογές και διαβάζω βιβλία που έχουν να μου δώσουν πράγματα ή να με κάνουν να αναζητήσω πράγματα. Είναι στη κρίση λοιπόν του κάθε αναγνώστη ποιο βιβλίο του αρέσει να διαβάσει και γιαυτό είμαι ενάντια σε κάθε είδους διάκριση. Διαφορετικά φθάνουμε στο επίπεδο της λογοκρισίας, δηλαδή ‘’ότι δεν αρέσει σε μας, είναι για τα σκουπίδια’’. Διαφωνώ κάθετα.
Ο εθισμός στην ανάγνωση ενός βιβλίου, μοιραία οδηγεί σε περαιτέρω αναζητήσεις, αυτή είναι εν τέλει η άποψη μου.
Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σας συγγραφείς, (που καθόρισαν τη γραφή σας);
Έχω να σας απαριθμήσω πολλούς αγαπημένους πεζογράφους, λογοτέχνες και ποιητές, όμως κανένας από αυτούς δεν με επηρέασε για να γράψω. Ίσως η ποίηση του Ελύτη, που είναι από τους πιο αγαπημένους μου ποιητές να αποτελεί πολλές φορές εφαλτήριο ιδεών. Η συγγραφή ενός βιβλίου όμως είναι αποκλειστικά δική μου ‘’υπαιτιότητα’’. Ορίζεται από την ανάγκη επικοινωνίας του δικού μου εσωτερικού κόσμου με το κάλεσμα των αναγνωστών να ακουμπήσουν τα δικά μου συναισθήματα, τους ήρωες μου που ποτέ δεν είναι χάρτινοι και τα χρώματα που στολίζω τις εποχές, τις πόλεις και την κουλτούρα ανθρώπων που περιγράφω.
Αγαπώ πολύ τον Ελύτη και τον Λουντέμη, τον Καζαντζάκη και τον Μυριβήλη, τον Καραγάτση και την Ρέα Γαλανάκη, τον Γιώργο Ιωάννου και την Διδώ Σωτηρίου, τον Βάρναλη και τον Τάκη Αθανασιάδη.
Αφήνω τους πιο σύγχρονους λογοτέχνες που σ’ αυτούς ανήκω κι εγώ να μας κρίνουν οι μεταγενέστεροι.
Η επαφή σας με το αναγνωστικό κοινό στις παρουσιάσεις των βιβλίων σας;
Την επιδιώκω από το πρώτο μου βιβλίο ακριβώς επειδή την θεωρώ ιδιαίτερα σημαντική. Οι αναγνώστες θέλουν, και κατά τη γνώμη μου πρέπει να γνωρίζουν τους συγγραφείς τους. Για μένα αυτό είναι το πιο ουσιαστικό πράγμα στην επικοινωνία του βιβλίου και των ηρώων του με το κοινό που θα το διαβάσει. Να φανταστείτε ότι πολλές φορές όταν γράφω, σκέφτομαι αντιδράσεις από τα πρόσωπα αναγνωστών που ήδη με ξέρουν και τους ξέρω προσωπικά, και χαμογελώ. Ξέρω και τις αντιδράσεις τους σε ένα βαθμό πια. Μου αρέσει αυτού του είδους η επικοινωνία και δεν την αλλάζω με όλα τα βραβεία της γης.
Το βραβείο του απλού αναγνώστη που σηκώνεται από το σπίτι του και έρχεται να του υπογράψεις ένα βιβλίο ή να σου σφίξει το χέρι, το θεωρώ πολύ πιο σημαντικό απ’ όλα.
Διαδίκτυο και διάδοση της φιλαναγνωσίας: Πόσο βοήθησε και ποιες παγίδες κρύβει;
Παν μέτρον άριστον, έλεγαν οι αρχαίοι, ρήση που την υιοθετώ απόλυτα. Μέσω του διαδικτύου έχω γνωρίσει ανθρώπους και έχω κάνει όμορφες προσωπικές σχέσεις, που με κανένα άλλο τρόπο δεν θα μπορούσα. Μου αρέσει να μιλώ με φίλους μου στην Αυστραλία ή στον Καναδά, ανθρώπους που τα καλοκαίρια τους σφίγγω το χέρι και πίνουμε μαζί μια ρακί. Ανθρώπους σε απομακρυσμένα μέρη της Ελλάδας, σε χωριά που θα τους γνωρίσω σε διακοπές ή θα έρθουν να με δουν σε κάποια μου παρουσίαση. Κίνδυνοι αδιαμφισβήτητα υπάρχουν πάρα πολλοί. Όμως και που δεν υπάρχουν; Σε άλλη περίπτωση θα έπρεπε να είμαστε στο γυάλινο κλουβί της προσωπικής μας απομόνωσης και να γράφουμε για τον εαυτό μας, τους συγγενείς και τον άνδρα μας. Μπορούμε να ελέγξουμε κάποια πράγματα, την ασύδοτη προβολή μας για παράδειγμα στο διαδίκτυο, όπως και τις ώρες που ξοδεύουμε γιαυτήν. Άλλωστε έχω πει πάρα πολλές φορές, πως οι συγγραφείς δεν είναι σταρ.
Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για τις καίριες ερωτήσεις σας κυρία Μαλισσόβα, που δίνουν την ευκαιρία στους αναγνώστες σας να με γνωρίσουν και σαν άνθρωπο.
Σας εύχομαι από καρδιάς προσωπική και επαγγελματική επιτυχία.
Άννα Γαλανού,"Σμαράγδι στη Βροχή",εκδ.Διόπτρα
Απόσπασμα από το βιβλίο

Η μετανάστευση τότε ήταν στο φόρτε της. Η Ελλάδα έδιωχνε αδιάφορη τα νιάτα της στην ξενιτειά, αφού δεν είχε τίποτα καλύτερο να τους προσφέρει. Οι δελεαστικές φωνές της Αυστραλίας, της Αμερικής, του Καναδά, της Γερμανίας και του Βελγίου ακούγονταν τόσο μεγαλοπρεπείς, όλες τους έσταζαν χλιδή και πλούτο. Καμιά σχέση με τα φτωχά Ελληνικά χωριά, γεμάτα από κάματο και πείνα. Καμιά σχέση με τις επαρχιακές πόλεις που ζούσαν με το παραμύθι της πρωτεύουσας, που όμως πολύ γρήγορα ξέφτιζε στα μάτια τους. Οι κοπέλες δούλευαν είτε υπηρέτριες σε σπίτια, είτε από το πρωί ως το βράδυ στα εργοστάσια για ένα ξεροκόμματο και οι άνδρες χαμαλίκι, ή στις οικοδομές. Ζωές χωρίς προοπτική και χωρίς μέλλον!
Βέβαια κανένας δεν μιλούσε για τα πιάτα που περίμεναν στοίβες στην Αμερική, για τις στοές στα ανθρακωρυχεία του Βελγίου και για τις απάνθρωπες συνθήκες στα εργοστάσια της Γερμανίας. Κανένας δεν έκανε αναφορά για τις φτωχές κοπέλες που πήγαιναν νύφες και που τις επέλεγαν συγγενείς και γαμπροί μέσα από εβδομαδιαίες φωτογραφίες, μόνο και μόνο για να διατηρηθεί το ακέραιο της φυλής! Κανένας δεν μιλούσε και για το ρατσισμό που αντιμετώπιζαν οι μετανάστες, για τις άθλιες συνθήκες που ζούσαν, για τις ατέλειωτες ώρες δουλειάς και για την απαξιωτική αντιμετώπιση από τους ντόπιους. Όλοι έφευγαν με το όνειρο της καλύτερης ζωής, δεμένο σαν κόμπος στην άκρη του μαντιλιού τους και με την βεβαιότητα ότι οι μέρες που θα ξημέρωναν από δω και μπρος, θα ήταν όλες ρόδινες.
Βιογραφικό
Η Άννα Γαλανού γεννήθηκε και μεγάλωσε στα Πεζά του Ηρακλείου Κρήτης. Σπούδασε Οικονομικά και ασχολήθηκε με τη Διαφήμιση και το σχεδιασμό εντύπων.
Από πολύ μικρή ηλικία ξεκίνησε να γράφει στην αρχή μικρά έμμετρα ποιήματα και αργότερα διηγήματα και άλλα είδη πεζού λόγου.
Στην Β’ Λυκείου απέσπασε το πρώτο Παγκρήτιο βραβείο για τη συγγραφή κειμένου της για το βιβλίο Αναφορά στο Γκρέκο του Νίκου Καζαντζάκη και την αμέσως επόμενη χρονιά κέρδισε το πρώτο Πανελλήνιο βραβείο αποφοίτων Λυκείου, με τη μελέτη που έκανε συνολικά πάνω στο έργο του Καζαντζάκη.
Στη συνέχεια ασχολήθηκε με την ποίηση και δυο χρόνια αργότερα το ποίημα της ‘’Άδειος κόσμος’’πήρε δεύτερο Πανελλήνιο βραβείο και βραβείο ΕΡΤ και συμπεριλαμβάνεται σε πάνω από είκοσι ποιητικές συλλογές.
Στα επόμενα χρόνια απέσπασε πολλές διακρίσεις με τη συμμετοχή της στα λογοτεχνικά δρώμενα της χώρας και απέσπασε το πρώτο Πανελλήνιο βραβείο με το διήγημα της ‘’ Με Αντίπαλο Τη Ζωή’’. Δυο χρόνια αργότερα πήρε το δεύτερο βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου θεατρικού συγγραφέα με το θεατρικό της έργο ‘’Το Τέλος Μιας Κωμωδίας’’, σε Πανελλήνιο διαγωνισμό της ΕΡΤ. Το έργο της αυτό μεταγλωττίστηκε στα Ισπανικά και Πορτογαλικά. Έχει γράψει πολλά πεζογραφήματα, ποιήματα καθώς και τα παραμύθια: Ένας φτωχός πλούσιος, το παραμύθι του καθρέπτη και ο Νικήτας.
Από τις εκδόσεις Ωκεανίδα κυκλοφορούν τα μυθιστορήματά της:
Αντιμέτωποι με το Χθες
Το Παράπονο μου Μια Κραυγή
Οι Τρεις Φωτιές
Από τις εκδόσεις ΔΙΟΠΤΡΑ κυκλοφορούν :
Σμαράγδι στη Βροχή
Τότε που τραγουδούσαν οι Θεοί
Παιδικά:
Ο Λόκο στο σχολείο
Ο Λόκο στο χιόνι
Ο Λόκο και οι γάτες του

Η Άννα Γαλανού θα βρίσκεται στο Βόλο την Τετάρτη 29 Απριλίου,στο καφέ Lobby,Δημητριάδος 178Α,στις 7.30 το απόγευμα.
                                           Δημήτρης Στεφανάκης


                     "Μέσα από τη δική του,μικρή ιστορία,κάθε άνθρωπος
           μαθαίνει να αντιστέκεται, να ονειρεύεται, να ερωτεύεται, να ελπίζει."


Ο βραβευμένος συγγραφέαςΔημήτρης Στεφανάκης μιλά σε πρώτο πρόσωπο για το βιβλίο του:
"Ο χορός των ψευδαισθήσεων",που βρίσκεται από τις 2 Απριλίου στα βιβλιοπωλεία( εκδόσεις Ψυχογιός).
Μετά τις "Μέρες Αλεξάνδρειας",συμπλήρωσε με το "Φιλμ Νουάρ" και την "Άρια,ο κόσμος από την Αρχή" μια τριλογία για τον κοσμοπολιτισμό,ταξιδεύοντάς μας αναγνωστικά σε άλλες εποχές,ενώ με το Συλλαβίζοντας το καλοκαίρι, παρέα με τον Αλμπέρ Καμύ,τελειώνει,όπως ο ίδιος λέει, τον κύκλο που τον εντάσσει στους κλασικούς συγγραφείς της γενιάς του.

"Σήμερα αφήνω πίσω μου τον διεθνικό αυτό σύμπαν, για να επιστρέψω στο μοντέρνο κόσμο και να αναμετρηθώ μαζί του ως συγγραφέας της νέας χιλιετίας,είχε πει στην τελευταία του συνέντευξη στη Θ. Η πικρή γεύση που άφησαν τα τελευταία χρόνια με την κατάρρευση του μεταπολιτευτικού ονείρου αλλά και η ανεπίστρεπτη νιότη μιας ολόκληρης χώρας που θα νοσταλγούμε εφεξής, αποτελούν τον αφηγηματικό μίτο στο νέο μου μυθιστόρημα. Η σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα δεν έχει να επιδείξει μεγαλειώδεις κόσμους, διαθέτει ωστόσο τη δική της μυθιστορηματική δυναμική. Η γοητεία της σύγχρονης λογοτεχνίας συνίσταται στο γεγονός ότι μπορεί να δώσει σε μια παρέα απλών ανθρώπων επικό ανάστημα ισάξιο ενός Αγαμέμνονα ή ενός Άμλετ. Στο νέο μου μυθιστόρημα δεν αναζητώ μόνο καινούργιους μύθους αλλά και νέα εκφραστικά μέσα και μέσα από όλα αυτά την εξέλιξή μου ως μυθιστοριογράφου.


Με αφορμή την κυκλοφορία του "Χορού των Ψευδαισθήσεων",ο Δημήτρης Στεφανάκης,εξηγεί:

"Κατά κάποιον τρόπο κουράστηκα να δημιουργώ μεγαλεπήβολους κόσμους, πίσω από τους οποίους κρύβονται ένα σωρό σχόλια για το σήμερα, αποφάσισα δηλαδή να αναμετρηθώ μετωπικά με την εποχή μου και να (απο)δείξω ότι κυρίως είμαι ένας συγγραφέας του σήμερα, αυτό ήταν το βασικό μου κίνητρο.

Αυτό το βιβλίο θα έχει και συνέχεια, όσον αφορά το πλαίσιο που θα κινηθώ και στα επόμενα ,προσπαθώ δηλαδή να αρχικά να οικοδομήσω έναν μύθο για την ίδια την Αθήνα ως Μητρόπολη, αλλά πέρα από αυτό να δω το σήμερα, την Ελλάδα του σήμερα, τους Έλληνες, τους ανθρώπους που ζουν δίπλα μου, να μπορέσω να δώσω στον αναγνώστη να καταλάβει πώς αυτοί οι άνθρωποι εξελίχτηκαν αυτές τις δύο δεκαετίες, μέσα από αυτές τις καταιγιστικές αλλαγές. Η εποχή του ’90 είχε κάτι από τη ρομαντική εκδοχή της ζωής, δεν υπήρχαν κινητά, δεν υπήρχε υπολογιστής σ’ αυτόν τον βαθμό, δεν υπήρχε Facebook, Skype, η ζωή μας ήταν λιγότερο ,ψηφιακή, λιγότερο διαδικτυακή, ήταν πιο πραγματική.

Όσον αφορά την εξέλιξη της μυθοπλασίας,
πλέον αντιμετωπίζω την σύγχρονη Ελλάδα ως εμπειρία των δύο τριών προηγούμενων δεκαετιών. Πέρα από τις καταιγιστικές αλλαγές που είχαμε στην καθημερινότητά μας, βιώσαμε λίγο-πολύ τον πολιτισμό της πρώτης δεκαετίας του 2000 ο oποίος έφερε την απρόσμενη πτώση της δεύτερης δεκαετίας. Μέσα σ αυτό το κλίμα αμηχανίας, στο οποίο λίγο πολύ είμαστε όλοι εγκλωβισμένοι, εγκλωβίζονται και οι δικοί μου ήρωες. Πρόκειται δηλαδή για παιδιά, για ανθρώπους που στη δεκαετία του ’90 ήταν φοιτητές, οραματίζονταν ένα λαμπρό μέλλον, χόρευαν λάτιν χορούς, το γλεντούσαν, κατά κάποιον τρόπο.

Η βασική ηρωίδα, η Έλια, είναι δασκάλα χορού, η οποία μετά τις σπουδές της έχει κάνει καριέρα στο εξωτερικό ,επιστρέφει στα δύσκολα χρόνια, τώρα, και προσπαθεί με τον αφηγητή ,το Μάνο Πιερίδη, να αναπληρώσει τα χαμένα βήματα του έρωτα, να εκπληρώσουν αυτό το ανεκπλήρωτο όνειρο της πρώτης μετεφηβικής ηλικίας. Κι αυτό το κάνουν μέσα από τα βήματα του Αργεντίνικου τάνγκο.

Το μυθιστόρημα κινείται στο σήμερα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, με την κρίση, με την αμηχανία ενός ολόκληρου λαού, με τις δυσκολίες του, με κάποιες τραγικές επιπτώσεις, όπως είναι η αυτοχειρία του Αλεκίνου, του αινιγματικού ήρωα, αλλά ταυτόχρονα και πάνω σ΄ ένα πλαίσιο χορού.

Ο χορός έχει μια πολύ μεγάλη σημασία σ΄ αυτό το βιβλίο, είναι μια δεύτερη γλώσσα ουσιαστικά, με την οποία πολλοί από τους ήρωες εκφράζουν τα μύχια συναισθήματά τους, μεταξύ των οποίων και τον έρωτα.

Πιστεύω ότι ο άνθρωπος, πέρα από τα μείζονα γεγονότα της ιστορίας ,αν υποθέσουμε ότι η Κρίση είναι ένα μείζον γεγονός της Ιστορίας, έχει τη δική του μικρή ιστορία. Μέσα από αυτή τη μικρή ιστορία μαθαίνει να αντιστέκεται, να ονειρεύεται, να ερωτεύεται, να ελπίζει.

Μότο σ΄ αυτό το βιβλίο είναι το: «για ποιον αγαπάμε, αν όχι για εμάς τους ίδιους». Στην πραγματικότητα,
«για ποιον αντιστεκόμαστε, αν όχι για εμάς τους ίδιους», «για ποιον ζούμε, αν όχι για εμάς τους ίδιους», «για ποιον γράφουμε, αν όχι για εμάς τους ίδιους»……..

Ουσιαστικά, όλο αυτό οικοδομεί έναν κώδωνα κρούσης στον εσωτερικό μας κόσμο, κι αυτό είναι η λογοτεχνία.

Η λογοτεχνία χρησιμοποιεί ένα φόντο πάντα. Αλλά πέρα από αυτόν το φόντο πρέπει να χτίσει, να οικοδομήσει και τον εσωτερικό κόσμο των ηρώων. Κι αυτό πρέπει να είναι καθαρό, ώστε να μπορεί να έχει πρόσβαση και ο αναγνώστης. Μέσα από αυτούς τους μικρόκοσμους των ηρώων βρίσκει στοιχεία για να εμπνευστεί και να ταυτιστεί και ο αναγνώστης και να προεκτείνει έτσι την ανάγνωση ενός βιβλίου. Ένας συγγραφέας είναι ένα πεπερασμένο ον, δεν μπορεί να τα σκεφτεί όλα.

Ο κάθε αναγνώστης σκύβει και βρίσκει και τα προσωπικά του αισθήματα μέσα σε ένα βιβλίο κι αυτό είναι και το δημιουργικό στοιχείο της ανάγνωσης .

Η ανάγνωση δεν είναι απλά μια παθητική διαδικασία, στην πραγματικότητα ο αναγνώστης αναδημιουργεί ένα βιβλίο.






Δημήτρης Στεφανάκης
," Ο Χορός των ψευδαισθήσεων"
εκδ.Ψυχογιός.


Απόσπασμα από το βιβλίο:

Ζούμε στη χώρα των παραμυθιών.

Ζούμε στη χώρα των παραμυθιών. Το σκεφτόμουν τη μέρα της παρουσίασης της βιογραφίας του Αλεκίνου σε γνωστό βιβλιοπωλείο του κέντρου έξι μήνες μετά το θάνατό του, κοιτάζοντας το γιγαντιαίο πανό που κοσμούσε την βιτρίνα,πλημμυρισμένη από τα αντίτυπα του βιβλίου. Παραμέρισα, για να διευκολύνω το τηλεοπτικό συνεργείο που κάλυπτε την εκδήλωση και άκουσα τον επικεφαλής να λέει: «Ζουμ στο Αλέξανδρος». Ύστερα,όλοι τους έσπευσαν στο κατάμεστο πατάρι όπου οι ομιλητές είχαν λάβει θέση στο πάνελ κι η οικογένεια της Αντωνίας είχε στρογγυλοκαθίσει στο πρώτο τραπέζι. Της ζήτησαν μια δήλωση κι εκείνη επανέλαβε αυτό που είχε πει πριν από μερικούς μήνες: «Όσοι νομίζουν ότι η υπόθεση του συζύγου μου θα μπει γρήγορα στο αρχείο δεν ξέρουν τι τους περιμένει».

8 Νοεμβρίου 2011. Ο Αλέξανδρος Σάντσας ή Αλεκίνος δίνει τέλος στη ζωή του διχάζοντας μια ολόκληρη χώρα που βρίσκεται ήδη σε κρίση. Ο Μάνος Πιερίδης, μέλος μιας παρέας στην οποία ανήκε ο αυτόχειρας, αναθυμάται στιγμές από την κοινή τους ζωή στη δεκαετία του ενενήντα. Η μνήμη του ψηλαφεί τα ανέμελα χρόνια της νιότης, τον ανεκπλήρωτο έρωτά του για την Έλια, τη νεαρή δασκάλα χορού, την πολυκύμαντη φιλία του με τον Σέργιο. Μέσα από μικρά και μεγάλα επεισόδια που οδηγούν στο σήμερα αναδεικνύεται το ψηφιδωτό χαρακτήρων ενός λαού που χόρεψε στον ρυθμό των ψευδαισθήσεων προτού βυθιστεί σε μια απρόσμενη περιπέτεια.

Ένα μυθιστόρημα για τη δοκιμασία της ζωής και του έρωτα με φόντο την πολύκροτη κρίση.