15 Νοεμβρίου 2015

                                Νάταλι Μπακόπουλος

 
"Ο ζόφος που προέρχεται από τη στέρηση ελπίδας είναι από τις χειρότερες καταστάσεις ."

 


Διάβασα το βιβλίο της Νάταλι Μπακόπουλος το καλοκαίρι,εν μέσω της ζοφερής κατάστασης που βιώναμε ως χώρα.Το ωραίο -χρονικά αλλά και αναγνωστικά-ταξίδι στην περίοδο της επταετίας μέσα από τη ζωή μιας μεσοαστικής οικογένειας της Αθήνας ήταν μία καλή αφορμή να αναζητήσω τη συγγραφέα και να συνομιλήσουμε για το βιβλίο,την περίοδο εκείνη και τις προεκτάσεις της στο σήμερα.
(Η συνομιλία μας με την Νάταλι Μπακόπουλος έγινε στην αγγλική γλώσσα και παραθέτω τη συνέντευξη σε δική μου μετάφραση.)

 
 «Το πράσινο ακρογιάλι της πατρίδας» είναι ο τίτλος του βιβλίου σας. Γιατί διαλέξατε τίτλο από στίχο του Καρυωτάκη για ένα μυθιστόρημα που ξετυλίγεται κατά την περίοδο της δικτατορίας των συνταγματαρχών στην Ελλάδα;
 
Ήξερα καλά ότι ήθελα έναν τίτλο ποιητικό για τίτλο,απέφυγα,ωστόσο,εσκεμμένα την επιλογή ενός ποιήματος της ίδιας περιόδου στην οποία αναφέρεται το βιβλίο γιατί το θεώρησα κλειστοφοβικό.Με ενδιέφερε η ποιητική εκείνη φόρμα που θα άρμοζε και σε νεότερη εποχή,που θα ήταν διαχρονική.Το ποίημα του Καρυωτάκη λέει: «Θα μας δοθεί το χάρισμα και η μοίρα να πάμε να πεθάνουμε μια νύχτα στο πράσινο ακρογιάλι της πατρίδας.Είναι πάνω από όλα,ένα ποίημα για την εξορία.Σκεφτόμουν βέβαια την εξορία με την μεταφορική της σημασία:τι συμβαίνει όταν δεν αναγνωρίζεις πια την ίδια σου την πατρίδα,παρόλο που ζεις εντός των συνόρων της;Ποιον ρόλο έχει η νοσταλγία στο πώς βλέπουμε το σπίτι μας και τους εαυτούς μας;

 Προηγήθηκε εκ μέρους σας κάποια έρευνα πριν γράψετε το μυθιστόρημα; Αν ναι, ποιες ήταν οι κύριες πηγές σας;
 
Διάβαζα και διάβαζα και διάβαζα: δεν ήξερα  νέα Ελληνικά μέχρι που άρχισα να γράφω το βιβλίο,έτσι περιορίστηκα περισσότερο σε γραπτές δημοσιευμένες πηγές ή σε ό,τι είχε μεταφραστεί στα Αγγλικά.Μίλησα με ανθρώπους,φίλους και συγγενείς που είχαν μνήμες από τη συγκεκριμένη περίοδο. Η θεία μου η Ελένη,η οποία πέθανε πριν ολοκληρώσω το βιβλίο,ήταν μια υπέροχη,αυθεντική πηγή.Μου έγραφε για μεγάλο χρονικό διάστημα,εξιστορώντας μου λεπτομερώς την εμπειρία της από την εποχή εκείνη:ήταν περίπου στην ηλικία των ηρωίδων του βιβλίου,της Σοφίας και της Άννας.
 Ήμουν τελειόφοιτη όταν ξεκίνησα την έρευνα για το βιβλίο στο πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν και το εκεί τμήμα Νέων Ελληνικών.Οι καθηγητές ´Αρτεμις Λεοντή και Βασίλης Λαμπρόπουλος ήταν σπουδαίοι σύμβουλοι,οι οποίοι και με βοήθησαν να εστιάσω σε σωστές κατευθύνσεις.Στην εκεί βιβλιοθήκη βρήκα το μεγαλύτερο υλικό σχετικό με τη Χούντα γραμμένο στα Αγγλικά.Η συλλογή περιείχε πολλές πηγές, όπως αποκόμματα,νομικό υλικό,δημοσιεύματα εφημερίδων,φυλλάδια ,εκθέσεις και άλλα πολλά.
 Η μυθοπλασία όμως είναι δουλειά της φαντασίας.Αυτό που η λογοτεχνία κάνει για την Ιστορία,είναι να την συμπληρώνει με όσα δεν έχουν καταγραφεί.δεν εννοώ ότι τα συνθέτει,αλλά ότι συμπληρώνει το κενό.Έχουμε τα γεγονότα που γνωρίζουμε,όμως η ιστορία είναι ανθρώπινη και κάθε ανθρώπινη εμπειρία δεν είναι τεκμηριωμένη.Η λογοτεχνία ελπίζει να εισέλθει στην χρονική περίοδο και να της δώσει ζωή, να φανταστεί ό,τι θα μπορούσε να είχε συμβεί στα κενά διαστήματα μεταξύ των γεγονότων που έχουν καταγραφεί ως αληθινά.
 
Το μυθιστόρημα μεταφράστηκε στα ελληνικά από την αμερικανική έκδοση του οίκου Simon & Schuster, με τίτλο «The Green Shore». Θέλετε να μας πείτε τι υποδοχή είχε το βιβλίο σας στο αγγλόφωνο κοινό;
Νομίζω ότι είν αι δύσκολο για κάθε συγγραφέα να αναγνωρίσει την απήχηση που έχει το βιβλίο του.Ο συγγραφέας γράφει,βάζει ό,τι είναι δυνατό να βάλει και το παραδίδει στο αναγνωστικό κοινό.Γράφει το καλύτερο που μπορεί τη δεδομένη χρονική στιγμή.Κάποιες κριτικές ήταν καλές,κάποιες άλλες σκληρές.Ένας έμπειρος,καταξιωμένος συγγραφέας με συμβούλευσε να μην διαβάζω ποτέ ,μα ποτέ τις κριτικές.εγώ,όμως,δεν ακολούθησα τη συμβουλή του.Ισως θα έπρεπε να το είχα κάνει.

Διδάσκετε λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν. Και αυτό είναι το μυθιστόρημα με το οποίο κάνετε ντεμπούτο στη λογοτεχνία. Πείτε μας για τους δύο ρόλους, της ακαδημαϊκού και της συγγραφέως.
 
Δεν νομίζω ότι είναι πάντα συμβατοί οι δύο ρόλοι αφού συνεχώς προσπαθεί ο καθένας προσπαθεί να αποσπάσει την προσοχή μου από τον άλλον.Το να διδάσκεις δημιουργική γραφή σημαίνει να εμπνέεις την αγάπη για τη λογοτεχνία από μια ελαφρώς διαφορετική σκοπιά:το ζητούμενο να μην είναι "τι θέλει να πει' αλλά 'πώς έγινε'.Υπάρχει η πεποίθηση ότι δεν μπορεί κανείς να διδάξει δημιουργική γραφήκαι παρόλο που υιοθετώ την εγκυρότητα αυτής της άποψης συγχρόνως τη β΄ρισκω θπερβολικά ανταγωνιστική και υπεραπλουστευμένη.Κανένας δεν μπορεί να διδάξει στον άλλον να έχει φαντασία,μπορεί όμως να του δώσει τα κατάλληλα εργαλεία για να την αξιοποιήσει.Κανένας δεν μπορεί να δώσει σε κάποιον το χάρισμα του λαμπρού μαθηματικού μυαλού ή του εξαίρετου πιανίστα μπορεί όμως να τον ενθαρρύνει και να τον καθοδηγήσει σωστά.
Αλλά η σωστή καθοδήγηση πρέπει να εστιάζει στο να μη μας απασχολεί πόσο ταλέντο έχει κάποιος αλλά πόσο καταρτισμένος είναι.Αν δεν δουλέψεις,αν δεν πιέσεις τον εαυτό σου,δεν θα δημιουργήσεις  τίποτα το σημαντικό.Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οι σπουδαστές της δημιουργικής γραφής θα γίνουν λαμπροί λογοτέχνες και θα παράγουν αξιοσημείωτα κείμενα.Οι περισσότεροι δεν θα γίνουν.Μελετούσα πιάνο από τα δώδεκά μου, μόνο και μόνο για ναέχω τη χαρά να παίζω πιάνο.Δεν είχα πρόθεση να γίνω επαγγελματίας  μουσικός ,η ζωή  μου όμως ήταν δημιουργικά γεμάτη από την απασχόλησή μου με τη μουσική.
 
 Το ένα θέμα σας στο μυθιστόρημα είναι η οικογένεια, το άλλο η πολιτική και το άλλο ο έρωτας. Τελικά, εμπλέκονται τα πάντα; Θέλετε να μας μιλήσετε γι’ αυτά;
Για μένα και τα τρία αυτά είναι άρρηκτα συνδεδεμένα μεταξύ τους.Δεν νομίζω ότι μπορούμε να πούμε πως η οικογενειακή,η πολιτική και η προσωπική μας ζωή είναι διαφορετικά κομμάτια μας.Είναι αδύνατο να τεμαχίζουμε τα πάντα γιατί τελικά τα σύνορα θα αρχίσουν να αιμορραγούν.Το ενδιαφέρον μου εστιάζει όταν αυτά συγκρούονται,τι συμβαίνει όταν κάποια πράγματα πρέπει να μένουν κρυμμένα και πόσο τα συναισθήματα της θλίψης και της οργής προς όλες τις πιο πάνω έννοιες μπορούν να μας διαμορφώσουν.Ενδιαφέρομαι για τις σχέσεις που είναι σφυρηλατημένες μέσα από μια εξειδικευμένη ιστορία.Για παράδειγμα το να ερωτευτούμε σημαίνει να ανοιγόμαστε σε νέες δυνατότητες και αυτό με ενδιαφέρει ακόμα περισσότερο όταν συμβαίνει κάτω από συνθήκες  που κάτι τέτοιο φαινόταν να έχει σιγήσει.
 
Οι ήρωές σας αγαπούν την Ελλάδα. Από την άλλη, η Ελλάδα τους προδίδει. Διαπιστώνετε αναλογίες της δεκαετίας του 1960 με τη δεκαετία του 2010;
Δεν είμαι ιστορικός ούτε και θέλω να αρχίσω τους παραλληλισμούς σε τόσο μικρό χώρο.Οι χρήσιμοι παραλληλισμοί έχουν  ήδη γίνει-αν υπήρξαν.
Σκέφτομαι όμως πως το να κάνεις συγκρίσεις μπορεί  να εμπεριέχει το ρίσκο της απώλειας της απόχρωσης και της περιπλοκότητας.
Θα πω το εξής: τα συναισθήματα της εγκατάλειψης, απελπισίας,πόνου και οργής που οι Έλληνες ένιωθαν κατά τη διάρκεια της χούντας,αναβίωσαν  πάλι.
Άλλαξαν τα πρόσωπα και η αιτία.
Θα συμπληρώσω επίσης,λέγοντας το εξής:πιστεύω πως αν αγαπάς κάτι βαθιά αυξάνεις τις πιθανότητες να αισθανθείς από αυτό προδομένος  και αυτό είναι κάτι που  θα ανακαλύπτω σε καθετί που γράφω,ξανά και ξανά..
 
 Σε κάποιο σημείο ρωτάτε: «Υπάρχει τίποτα χειρότερο από τη στέρηση της ελπίδας;» Υπάρχει; Μιλήστε μας για την απώλεια της ελπίδας ―τότε αλλά και τώρα.
Οπωσδήποτε  υπάρχουν και  χειρότερα  ,όμως ο ζόφος που προέρχεται από τη στέρηση της ελπίδας είναι από τις χειρότερες καταστάσεις που μπορεί να βρεθεί ο άνθρωπος.
 
 Αν, υποθετικά μιλώντας, γράφατε μια συνέχεια με τους ίδιους ήρωες (όσους διαλέξετε να ζουν σήμερα) στην Ελλάδα της κρίσης από το 2010 μέχρι τις μέρες μας; Τι σκηνικό θα στήνατε;
Η νουβέλα που γράφω τώρα αφορά σε έναν από τους χαρακτήρες από το Πράσινο Ακρογιάλι,τη Νεφέλη ,τη νεαρή καλλιτέχνιδα που είχε φυλακιστεί στο νησί.Αναλαμβάνει έναν σαφέστερο ρόλο σήμερα,ως καλλιτέχνιδα,στα 60 της.Με ενδιαφέρει το πώς η περίοδος της Χούντας διαμόρφωσε μία γενιά καθώς και τι οδήγησε αυτή τη γενιά να μυθοποιείται και να κατακρίνεται μαζί.

Η λογοτεχνία αμβλύνει ή πυκνώνει τη μνήμη; Πρέπει να επανερχόμαστε στο παρελθόν; Και τι έγιναν οι μεγάλες προσδοκίες εκείνης της εποχής; Οι μεγάλες ιδέες;
Ο ιστορικός Μαρκ Μαζάουερ σε ένα πρόσφατο ντοκυμαντέρ του,Όπλα!,Όπλα!,Όπλα!,γραμμένο και σκηνοθετημένο από τον Σύλλα Τζουμέρκα, ορίζει την ιστορία ως ένα είδος συνομιλίας που το  παρελθόν είχε με το παρόν.Ζούμε στο παρόν σε στιγμές που συνεχώς αλλάζουν και συνεχώς ,θέτουμε ερωτηματικά για το παρελθόν,προσπαθώντας να πάρουμε κάποιες ερωτήσεις ώστε να αντιληφθούμε πού βρισκόμαστε.
Αυτά τα σκέφτομαι όχι ως ιστορικός ή λόγιος, δεν είμαι τίποτα από τα δύο,ωστόσο,στηρίζομαι στη λεπτεπίλεπτη δουλειά των  ιστορικών όταν γράφω τη νουβέλα μου.Πιστεύω όμως ,ότι υπάρχει βαθιά σχέση ανάμεσα στο  ρόλο του ιστορικού και του λογοτέχνη.Ο Mαζάουερ συνεχίζει λέγοντας: «Λοπόν όταν γράφεις ιστορία προσπαθείς να ανακαλύψεις τι πραγματικά συνέβη.Προσπαθείς να ανακαλύψεις την αιτία για  ό,τι συνέβη.Και η ερμηνεία εμπεριέχεται σε αυτό .»
Όταν γράφω,γνωρίζοντας όσα μπορούμε να γνωρίζουμε,προσπαθώ να διαπραγματευτώ αυτή τη λευκή γραμμή της μεμονωμένης εμπειρίας.
Σε μία στιγμή όπως αυτή της δικτατορίας,στα πρώτα χρόνια της οποίας συναντήσαμε ένα είδος παράλυσης ,ένα σοκ κι έναν  φόβο όταν η δημόσια διαμαρτυρία ήταν σχεδόν ανύπαρκτη,παραθέτω εδώ τα λόγια  του ιστορικού Κώστα Κορνέτη "ήταν χωρίς αντάλλαγμα";Τι συμβαίνει όταν η οργή και ο φόβος εσωτερικεύονται;Είναι αυτό μια μορφή κατάθλιψης;Είναι η οργή  ένα είδος εξωτερίκευσης,μία έκφραση της θλίψης;

 Πριν κλείσουμε, θα θέλατε να μας πείτε δυό λόγια για τα ακαδημαϊκά σας καθήκοντα και για τη σχέση σας με την Ελλάδα;

Δίδασκα Αγγλικά στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν για  μια δεκαετία.Προς το παρόν είμαι Επισκέπτρια Βοηθός Καθηγήτρια στο Wayne State University in Detroit.Το καλοκαίρι διδάσκω ταξιδιωτική γραφή στο College Year στην Αθήνα και πεζογραφία στο Writing Workshops in Greece.(Θεσσαλονίκη-Θάσος)




Νάταλι Μπακόπουλος,"Το πράσινο ακρογιάλι της πατρίδας",εκδ.Πατάκη.

Μετάφραση:Χίλντα Παπαδημητρίου

Το "Πολυτεχνείο" και η Επταετία με την οπτική της Ελληνοαμερικανίδας Ακαδημαικού.


Στο πρώτο μυθιστόρημά της που διαδραματίζεται στην Αθήνα και το Παρίσι, η Νάταλι Μπακόπουλος μας γνωρίζει δύο αδελφές, την εικοσάχρονη Σοφία και τη δεκαεξάχρονη Άννα, και μας διηγείται τις σπαρακτικές ιστορίες αγάπης και αντίστασης στις οποίες πρωταγωνιστούν, με φόντο μια τραγική στιγμή της ελληνικής ιστορίας: τη δικτατορία του 1967.
Κριτικές
"Το "Πράσινο ακρογιάλι" είναι ένα γοητευτικό μυθιστόρημα με θέμα την πολιτική καταπίεση και


τις επιπτώσεις της σε προσωπική και οικογενειακή κλίμακα. Η Μπακόπουλος χαρτογραφεί την
αδιόρατη, διαβρωτική αγωνία της ζωής υπό τη χούντα των συνταγματαρχών, τον αδιάκοπο καθημερινό εξαναγκασμό - με ακρίβεια και ειλικρινή κατανόηση. Η συγγραφέας περιγράφει με
άκρως οξυδερκή και συγχρόνως συγκινητικό τρόπο τον έρωτα υπό καθεστώς τυραννίας - διστακτικό, λαθραίο αλλά απελευθερωτικό".
(Πίτερ Χο Ντέιβις, συγγραφέας του "The Welsh Girl"





"Η Νάταλι Μπακόπουλος θίγει με οξυδέρκεια και βαθιά κατανόηση δύο θέματα: τη σταδιακή
επιβολή της πολιτικής καταπίεσης και την εισβολή της στην προσωπική ζωή. Οι ήρωές της, που
εντυπώνονται βαθιά στην ψυχή του αναγνώστη, "φλέγονται, εκρήγνυνται εσωτερικά"".
(Τσαρλς Μπάξτερ, συγγραφέας του "The Feast of Love")





"Στο επίκεντρο του συγκλονιστικού πρώτου μυθιστορήματος της Νάταλι Μπακόπουλος, η οικογένεια βρίσκεται στο σταυροδρόμι όπου το προσωπικό συναντά το πολιτικό. Δράμα που αναζητά την κάθαρση, αλλά και στοχασμός πάνω στον πόνο και την αδιάκοπη νοσταλγία για τις στιγμές και τους τόπους που έχουμε χάσει".
(Eleni Ν. Gage, συγγραφέας του "North of Ithaca)



Βιογραφικό
Η Νάταλι Μπακόπουλος (Natalie Bakopoulos) γεννήθηκε το 1972
 στο Dearborn του Μίσιγκαν. 
Σπούδασε λογοτεχνία και έκανε μεταπτυχιακές σπουδές 
στο Πανεπιστήµιο του Μίσιγκαν, στο οποίο δίδαςκε για δέκα χρόνια.
Διηγήματά της έχουν δημοσιευτεί στα περιοδικά "Ninth Letter" 
και "Tin House" και περιλήφθηκαν στην ανθολογία βραβευμένων 
διηγημάτων "The PEN/ O.Henry Prize Stories", το 2010. 
Το πρώτο της µυθιστόρηµα, "The Green Shore" 
("Το πράσινο ακρογιάλι της πατρίδας") τιμήθηκε κατά τη διάρκεια της
συγγραφής του (ως "work in progress"), με τα βραβεία Avery & Jule 
Hopwood Award και Arthur & Mary Platsis Prize, 
για έργο µε θέµα την ελληνική κληρονοµιά, 
μέσω του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν. 
Το μυθιστόρημά της εκδόθηκε στα ελληνικά 
από τις Εκδόσεις Πατάκη τον Μάιο του 2012, 
ταυτόχρονα µε την πρωτότυπη αµερικανική έκδοση 
από τον εκδοτικό οίκο Simon & Schuster.